πρωτόνιο

πρωτόνιο
Στοιχειώδες σωμάτιο με σταθερή μάζα 1,6724 x 10-24 γραμμάρια (περίπου 1.836 φορές η μάζα του ηλεκτρονίου) και φορτίο θετικό ίσο κατ’ απόλυτη τιμή προς το φορτίο του ηλεκτρονίου· αποτελεί θεμελιώδες συστατικό του ατομικού πυρήνα. Ο πυρήνας του ατόμου του υδρογόνου σχηματίζεται από ένα μόνο π. Οι πυρήνες των άλλων ατόμων σχηματίζονται από π. και νετρόνια (ουδετερόνια). Εκτός από το θετικό π. υπάρχει ακόμα και αρνητικό π. ή αντιπρωτόνιο, που ανακάλυψαν οι Εμίλιο Σεγκρέ και Όουεν Τσάμπερλεν το 1955 στο Μπέρκλεϊ. Το αντιπρωτόνιο είναι σωμάτιο σταθερό μέσα σε κενό· ανάλογα με ό,τι συμβαίνει για το π., δεν μπορεί να εκπέσει σχηματίζοντας άλλα σωμάτια, αλλά, δεδομένου ότι είναι ένα αντισωμάτιο, όταν συγκρουστεί στην κοινή ύλη με το π. καταστρέφεται και γι’ αυτό έχει ζωή πολύ μικρή. Π. και αντιπρωτόνια δεν βρίσκονται εύκολα στα προϊόντα ραδιενέργειας ή στις κοσμικές ακτινοβολίες στο ύψος της θάλασσας, αλλά οι μηχανές επιτάχυνσης που κατασκευάστηκαν τελευταία παράγουν πυκνές δέσμες υψηλής ενέργειας. Τα π. είναι παράγωγα της επιτάχυνσης πυρήνων υδρογόνου· τα αντιπρωτόνια είναι παράγωγα από τα ζεύγη πρωτόνιο - αντιπρωτόνιο, που παράγονται κατά τη σύγκρουση επιταχυνόμενων π. εναντίον ατομικών πυρήνων.
* * *
το, Ν
1. (φυσ. -χημ.) υποατομικό σωματίδιο που φέρει θετικό ηλεκτρικό φορτίο και έχει μάζα κατά 1.836 περίπου φορές μεγαλύτερη από τη μάζα τού ηλεκτρονίου, αλλ. πρώτο
2. φρ. «κύκλος πρωτονίου - πρωτονίου» ή «αλυσίδα πρωτονίου-πρωτονίου»
(φυσ.-αστρον.) αλυσίδα θερμοπυρηνικών αντιδράσεων που αποτελούν την κύρια πηγή τής ενέργειας η οποία ακτινοβολείται από τον Ήλιο και τους άλλους «ψυχρούς» σχετικά αστέρες τής κύριας ακολουθίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. proton < πρώτον, ουδ. τού επιθ. πρώτος*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • πρωτόνιο — το το ιόν του υδρογόνου, αλλ. θετικό ηλεκτρόνιο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • νετρόνιο — Ουδέτερο ηλεκτρικά σωματίδιο, με μάζα περίπου 2.000 φορές μεγαλύτερη από τη μάζα του ηλεκτρονίου και 1,0014 φορές από τη μάζα του πρωτονίου τα ν. μαζί με τα πρωτόνια αποτελούν τα βασικά συστατικά του πυρήνα στον οποίο συγκεντρώνεται ποσοστό… …   Dictionary of Greek

  • πυρήνας — Δομικό συστατικό, που σε κάθε κύτταρο, ζωικό ή φυτικό, διαδραματίζει βασικό ρόλο στη σύνθεση των ειδικών πρωτεϊνών και στις διεργασίες αναπαραγωγής. Συνήθως πρόκειται για ένα σφαιρικό στοιχείο που, οροθετούμενο από μια δική του μεμβράνη,… …   Dictionary of Greek

  • νουκλεόνιουμ — Ένας συνδυασμός πρωτονίου με ένα θετικό ηλεκτρικό φορτίο και ενός αντιπρωτονίου με την ίδια μάζα αλλά αρνητικό ηλεκτρικό φορτίο. Το ν. παρουσιάζει κάποια αναλογία με το άτομο του υδρογόνου που σχηματίζεται από ένα πρωτόνιο και ένα αρνητικό… …   Dictionary of Greek

  • πυρηνική σύντηξη — Αντίδραση στην οποία πυρήνες που διαθέτουν υψηλότατη ενέργεια συγκρούονται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να ανακαταταγούν τα αντίστοιχα νουκλεόνιά τους (πρωτόνια και νετρόνια), σχηματίζοντας δύο ή περισσότερα προϊόντα αντίδρασης, και να… …   Dictionary of Greek

  • Στοιχεία — Ουσίες με ομογενή ατομική σύσταση, που αντιπροσωπεύουν τα τελικά όρια στα οποία όλα τα υλικά σώματα μπορούν να υποδιαιρεθούν με χημικά μέσα. Στα σ., στην ελεύθερη κατάσταση τους (μη ενωμένα) τα άτομα συνενώνονται σε μόρια που αποτελούνται από 2… …   Dictionary of Greek

  • νετρίνο — Στοιχειώδες σωματίδιο με μηδενικό φορτίο και μάζα. Ανήκουν στην κατηγορία των λεπτονίων μαζί με το ηλεκτρόνιο, το μιόνιο, το σωματίδιο τ και αντισωμάτια αυτών. Τα ν. ανήκουν επίσης σε μια ευρύτερη ομάδα, αυτή των φερμιονίων τα οποία υπακούουν στη …   Dictionary of Greek

  • ραδιενέργεια — Ιδιότητα ορισμένων στοιχείων να αποσυνθέτουν αυτόματα (φυσική ρ.) ή τεχνητά (τεχνητή ρ.) τους ατομικούς πυρήνες, με εκπομπή σωματιδιακών ακτινοβολιών (α και β) και ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας (γ). Οι πρώτες μελέτες επί της φυσικής ρ. ανάγονται …   Dictionary of Greek

  • Η ραδιενέργεια — Από τις αρχές του αιώνα, κατόπιν των εργασιών του ζεύγους Κιουρί, του Ράδερφορντ κ.ά., ήταν γνωστό ότι τα ραδιενεργά στοιχεία εκπέμπουν τρεις τύπους ακτινοβολιών που υποδείχνονται με τα ελληνικά γράμματα α (ακτινοβολίες με θετικό ηλεκτρικό… …   Dictionary of Greek

  • πυρήνας ατομικός — Στη φυσική, το κεντρικό, εξαιρετικά συμπαγές και θετικά φορτισμένο μέρος του ατόμου. Γύρω από τον πυρήνα κινούνται τα ηλεκτρόνια φορτισμένα αρνητικά. Οι διαστάσεις των πυρήνων είναι της τάξης μεγέθους 10 13 ÷10 12 εκ. (κλάσμα ίσο με ένα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”